ΛΟΙΜΩΔΗΣ ΜΟΝΟΠΥΡΗΝΩΣΗ (Η νόσος των ερωτευμένων ή η νόσος του φιλιού)
Ιωάννης Γκουβερης
Μια απλή ίωση που μπορεί να γίνει ισόβια λοίμωξη ή να οδηγήσει ακόμη και στον «αιφνίδιο» θάνατο.
Ο ιός Epstein-Barr (EBV) είναι ένας από τους πλέον αφανείς ανθρωποϊούς που μολύνει το 95% των ενηλίκων και το 50% των παιδιών ηλικίας έως 5 ετών στις ΗΠΑ. O ιός αυτός παραμένει συχνά μέσα στον οργανισμό του ανθρώπου για όλη του την ζωή. Έλαβε το όνομά του από τους ερευνητές Epsteinκαι Barr που τον ανακάλυψαν τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Η Λοιμώδης Μονοπυρήνωση (ΛΜ) αποτελεί συχνή εκδήλωση της προσβολής από τον ιό αυτό και μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Συνήθως προσβάλλει την ηλικιακή ομάδα 10-35 ετών είτε υπό την μορφή σποραδικών κρουσμάτων είτε υπό την μορφή μικροεπιδημίας.
Ο χρόνος επωάσεως του ιού δηλαδη ο χρόνος που παρέρχεται από την στιγμή που ο άνθρωπος μολύνεται από τον ιό μέχρι την στιγμή που θα εκδηλώσει την νόσο, είναι για τις μικρότερες ηλικίες 7-14 ημέρες ενώ για τους ενήλικες φθάνει τις 30-50 ημέρες.
Πώς μεταδίδεται
Η μετάδοση του ιού γίνεται κατά κύριο λόγο με τις εκκρίσεις του στόματος και του φάρυγγα (σίελος) του ατόμου που φέρει τον ιό. Έτσι το φιλί είναι ο συνηθέστερος τρόπος μετάδοσης γι’αυτό και η νόσος ονομάζεται «Νόσος του φιλιού» (κssingdisease) ή «Νόσος των ερωτευμένων» (loversdisease) επειδή απαιτείται στενή προσωπική επαφή. Επίσης ο βήχας , το φτέρνισμα και άλλες πρακτικές όπως η χρήση κοινών μαγειρικών σκευών (ποτήρια, μαχαιροπήρουνα) ή κοινής οδοντόβουρτσας μπορεί να μεταδώσει την νόσο. Η σεξουαλική οδός είναι ένας άλλος τρόπος μετάδοσης ενώ φαίνεται ότι και η μετάγγιση του αίματος ή και η μεταμόσχευση μυελού των οστών να μπορούν να μεταδώσουν την νόσο. Εάν η νόσος διαρκέσει πάνω από 6 μήνες τότε μιλάμε για Χρόνια λοίμωξη από EBV.
Πιθανόν – δεν έχει ακόμη αποδειχθεί – ο ιός αυτός να αποτελεί και αιτία για το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης.
Ποια είναι τα συμπτώματα
Στα παιδιά κυρίως αλλά και στους ενηλίκους πολλές φορές, η νόσος εξελίσσεται αργά με ήπια συνήθως συμπτωματολογία μιμούμενη πολλές φορές την γρίπη ή το κοινό κρυολόγημα. Στην συνέχεια βέβαια με την πρόοδο της νόσου εμφανίζονται τα χαρακτηριστικά συμπτώματά της που έχουν κυρίως σχέση με την παρουσία του ιού μέσα στην στοματική κοιλότητα (μεγάλη συγκέντρωση στον σίελο) και μέσα στο αίμα (λεμφοκύτταρα). Έτσι στα πρώιμα στάδια της νόσου παρουσιάζεται πυρετός, φαρυγγαλγία (πονόλαιμος), κεφαλαλγία (πονοκέφαλος), ανορεξία, αρθραλγίες και μυαλγίες (πόνοι στα κόκκαλα και τους μυς). Σχεδόν ταυτόχρονα εμφανίζεται διόγκωση των λεμφαδένων κυρίως στην πλάγια τραχηλική χώρα αλλά και στην μασχάλη και τις βουβωνικές χώρες., έντονη κόπωση, καταβολή δυνάμεων και κακουχία.
Αν και στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα συμπτώματα της νόσου δεν είναι ιδιαίτερα βαριά, εν τούτοις σε μερικά άτομα μπορεί να υπάρχει πολύ έντονη κυνάγχη και εξιδρωματική φαρυγγίτιδα με μαζική διόγκωση των αμυγδαλών, της σταφυλής και των τραχηλικών λεμφαδένων, σε σημείο που το άτομο να αδυνατεί πλήρως να λάβει τροφή από το στόμα η και να δυσκολεύεται ακόμη στην αναπνοή λόγω απόφραξης των αεραγωγών από τα διογκωμένα όργανα, υψηλός πυρετός (πάνω από 39’C) που επιμένει παρά την χρήση αντιπυρετικών και μερικές φορές οίδημα στο άνω χείλος (Hoaglandsign)
Σε ποσοστό 50% επέρχεται και διόγκωση του σπλήνα ενώ σε ποσοστό 15% εμφανίζεται ένα ιλαροειδές (σαν της ιλαράς) εξάνθημα του οποίου η συχνότητα εμφάνισης μπορεί να φθάσει και στο 90% αν στο άτομο αυτό δοθεί αμπικιλίνη (αυτό συμβαίνει όταν το άτομο με ΛΜ θεραπεύεται λανθασμένα σαν στρεπτοκοκκική αμυγδαλίτιδα λόγω του φαρυγγικού επιχρίσματος που μοιάζει σημαντικά στα δυο αυτά νοσήματα). Σπανιότερα μπορεί να εμφανισθεί αιμορραγική επιπεφυκίτιδα. Το σημαντικό με την ΛΜ είναι ότι μπορεί, σε περίπτωση ατόμων που είναι ανοσοκατεσταλμένα για κάποιο λόγο ή σε περίπτωση που δεν διαγνωσθεί ή δεν αντιμετωπισθεί σωστά από την αρχή, να προκαλέσει προβλήματα από όλα σχεδόν τα όργανα του ατόμου όπως το αίμα, οι νεφροί, το συκώτι, ο σπλήνας, οι πνεύμονες, το νευρικό σύστημα και η καρδιά.
Πως γίνεται η διάγνωση
Η διάγνωση της νόσου βασίζεται στα κλινικά συμπτώματα του ασθενούς, στην φυσική εξέταση και τον εργαστηριακό έλεγχο που γίνεται με σκοπό να επιβεβαιωθούν οι αρχικές υποψίες. Ο πυρετός, φαρυγγίτιδα και η λεμφαδενίτιδα αποτελούν την κλασική τριάδα της ΛΜ. Στο εργαστήριο παρατηρείται αύξηση των λευκών αιμοσφαιρίων με υπεροχή των λεμφοκυττάρων (πολλά διεγερμένα λεμφοκύτταρα) , θετικό Monotest, αύξηση των ηπατικών ενζύμων και παρουσία ειδικών αντισωμάτων έναντι του ΕBV.
Ποια η πορεία της νόσου
Εάν δεν υπάρξουν σημαντικές επιπλοκές , τα συμπτώματα της ΛΜ συνήθως υποχωρούν σε λίγες εβδομάδες. Συγκεκριμένα τα ενοχλήματα από τον λαιμό και ο πυρετός υποχωρούν το επόμενο δεκαπενθήμερο ενώ οι λεμφαδένες μετά από τέσσερις ή πέντε εβδομάδες. Το αίσθημα της κόπωσης , η καταβολή και η ατονία μπορεί να συνεχισθούν για πολλούς μήνες ενώ ο ιός μπορεί να βρίσκεται στο σίελο και για 18 μήνες από την έναρξη της νόσου. Στο διάστημα αυτό το άτομο που πέρασε ΛΜ μπορεί να μεταδώσει την νόσο. Θα πρέπει όμως εδώ να τονισθεί ότι ο ιός αυτός, όπως και οι περισσότεροι ιοί αυτής της κατηγορίας, παραμένουν σε μια κατάσταση ύπνωσης στα κύτταρα του φάρυγγα, του αίματος αλλά και του ανοσοποιητικού συστήματος για το υπόλοιπο της ζωής του ανθρώπου. Κατά περιόδους ενεργοποιείται και βρίσκεται και πάλι στο σίελο αυτών των ανθρώπων, χωρίς μεν να προκαλεί συμπτώματα στο ίδιο το άτομο, αλλά να μπορεί δε να μολύνει νέα άτομα .
Στην πραγματικότητα αυτά τα άτομα πιστεύεται ότι είναι η κύρια πηγή μετάδοσης του ιού. Από αυτό γίνεται φανερό ότι δεν έχει νόημα να απομονώσουμε αυτούς που πάσχουν κάθε φορά, εφόσον χιλιάδες άνθρωποι υγιείς αποτελούν «ρεζερβουάρ» μετάδοσης του ιού. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος για τον οποίον σε ποσοστό μεγαλύτερο του 95% του πληθυσμού παγκοσμίως ανιχνεύονται αντισώματα έναντι αυτού του ιού. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί σε κάποια φάση της ζωής τους ήλθαν σε επαφή με τον ιό και ανέπτυξαν αντισώματα έναντι του ιού ασχέτως αν παρουσίασαν ή όχι την νόσο. Τα άτομα που εξετέθησαν στον ιό και ανέπτυξαν ανοσία δεν θα εμφανίσουν ποτέ ξανά την νόσο.
Ποια είναι η θεραπεία της νόσου.
Ειδική θεραπεία για την ΛΜ δεν υπάρχει. Η νόσος είναι καλοήθης και συνήθως υποχωρεί από μόνη της. Το μόνο που χρειάζεται είναι ξεκούραση, αρκετός ύπνος, καλή ενυδάτωση αποφυγή του αλκοόλ για έξι περίπου μήνες και συστηματική ιατρική παρακολούθηση. Αντιβίωση δεν συνιστάται μιας και τα αντιβιοτικά δεν δρουν στους ιούς. Όπως είπαμε προηγουμένως , αν λόγω συνυπάρχοντος προβλήματος ή κατά λάθος δοθεί αμπικιλίνη ή αμοξυκιλίνη, είναι δυνατόν να προκληθεί εξάνθημα με έντονο κνησμό (φαγούρα).
Στις σπάνιες περιπτώσεις βαρείας συμπτωματολογίας ή επιπλοκών μπορεί να δοθεί κορτιζόνη για κάποιο μικρό διάστημα. Η ασπιρίνη θα πρέπει να αποφεύγεται ειδικά στους νέους διότι μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα. Σαν αντιπυρετικό χρησιμοποιείται η παρακεταμόλη. (Depon, Panadolκλπ) Εάν συνυπάρχει σπληνομεγαλία τότε συνιστάται ο ασθενής να αποφεύγει την έντονη καταπόνηση και γενικά άσκηση που θα μπορούσε να επιφέρει ρήξη του οργάνου, έως την πλήρη ανάρρωσή του.
Ποιες είναι οι επιπλοκές.
Δεν υπάρχει όργανο ή σύστημα του ανθρωπίνου σώματος που να μην δύναται να προσβληθεί από τον ιό που προκαλεί ΛΜ. Έτσι μπορεί να προκύψουν προβλήματα από το συκώτι, τον σπλήνα, το αίμα, το κεντρικό νευρικό σύστημα, το αναπνευστικό και την καρδιά. Από το συκώτι συνήθης επιπλοκή της ΛΜ είναι μια ήπια φλεγμονή (ηπατίτιδα) με αύξηση των ηπατικών ενζύμων που πολύ σπάνια δημιουργεί σοβαρά προβλήματα. Η διόγκωση των αμυγδαλών και των τραχηλικών λεμφαδένων σπάνια (1%) μπορεί να οδηγήσει σε απόφραξη του ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος. Σε ένα μικρό ποσοστό (0.5-1%), μπορεί να συμβεί ρήξη του διογκωμένου λόγω της νόσου σπλήνα, που πολλές φορές οδηγεί σε απειλητική για την ζωή του ατόμου αιμορραγία.
Για το λόγο αυτό, όπως ήδη ανεφέρθη, χρειάζεται μεγάλη προσοχή εκ μέρους του ασθενούς και αποφυγή έντονης δραστηριότητας (άρση βαρών, χορός ποδήλατο κλπ) και όλων εκείνων των αθλημάτων που δυνητικά θα μπορούσαν να προκαλέσουν κάκωση στον σπλήνα (αθλήματα στα οποία είναι αναπόφευκτη η άμεση επαφή π.χ. πάλη, ποδόσφαιρο, κλπ) Πιο συχνές επιπλοκές, και κυρίως σε άτομα με καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος, (AIDS, άτομα που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα) μπορούν να προκύψουν από το αίμα (σε ποσοστό 20-50%) όπως αιμολυτική αναιμία, θρομβοπενία (μείωση του αριθμού των αιμοπεταλίων) και διαταραχές στην πήξη του αίματος. Επίσης νευρολογικές επιπλοκές (σε ποσοστό 1-5%) μπορεί να προκύψουν από την είσοδο του ιού στο κεντρικό νευρικό σύστημα με αποτέλεσμα εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα ή σύνδρομο GuillainBarre.
Άφησα τελευταία και θα επιμείνω σε μια πολύ σοβαρή επιπλοκή (ευτυχώς όχι τόσο συχνή) που μπορεί να δημιουργήσει η ΛΜ από την καρδιά και μάλιστα σε εφήβους που υποβάλλονται σε έντονη σωματική άσκηση. Γενικά, ο οργανισμός είναι λιγότερο ανθεκτικός απέναντι σε λοιμώξεις μετά έντονη άσκηση.
Όταν εισέλθουν μικρόβια και ιοί στον οργανισμό είτε από την γαστρεντερική είτε την αναπνευστική οδό μπορούν να εισέλθουν και στο αίμα. Κατά τη διάρκεια της άσκησης δημιουργείται μια υπερκινητική κυκλοφορία (αυξημένης έντασης κυκλοφορία) πράγμα που αυξάνει την πίεση εντός των καρδιακών κοιλοτήτων. Όταν λοιπόν ένας άνθρωπος αθλείται, η πίεση αυξάνεται ακόμη περισσότερο και τότε υπάρχει ο κίνδυνος οι παθογόνοι παράγοντες που βρίσκονται στο αίμα να «προσκολληθούν» στις βαλβίδες και στον μυϊκό ιστό της καρδιάς με συνέπεια την μυοκαρδίτιδα. Τις περισσότερες φορές ο άρρωστος δεν αντιλαμβάνεται το παραμικρό. Η προσβολή έχει περιορισμένη έκταση και δεν αφήνει κανένα κατάλοιπο.
Σε άλλες όμως περιπτώσεις, ο άρρωστος εμφανίζει πόνο στο στήθος που μοιάζει με εκείνον της οξείας περικαρδίτιδος λόγω φλεγμονής του σάκου που περιβάλει την καρδιά ή συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας, με αιφνίδια δύσπνοια ή με δύσπνοια που εκδηλώνεται σιγά-σιγά. Σε κάποιους ασθενείς η οξεία μυοκαρδίτιδα μιμείται το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου με θωρακικό άλγος, ηλεκτροκαρδιογραφικές αλλοιώσεις και αύξηση των μυοκαρδιακών ενζύμων. Άλλοτε πάλι η μυοκαρδίτιδα εκδηλώνεται με καρδιακές αρρυθμίες, που πολλές φορές απειλούν την ίδια τη ζωή του ασθενούς. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, οι αρρυθμίες εκδηλώνονται με συγκοπή ή ακόμη και με αιφνίδιο θάνατο, ιδίως σε αθλητές ή αθλούμενους νέους. Υπάρχει δηλαδή ο κίνδυνος ένας νέος να έχει προσβληθεί από τον ιό αυτό και να μην το γνωρίζει διότι όπως ανεφέρθη προηγουμένως ο χρόνος επωάσεως είναι μεγάλος, 30-50 ημέρες.
Έτσι αν στο διάστημα αυτό που ο ιός κυκλοφορεί μέσα στον οργανισμό, αλλά το άτομο δεν έχει ακόμη εμφανίσει τα συμπτώματα της νόσου, ό νέος ασκηθεί εξαιρετικά έντονα και καταπονηθεί σωματικά τότε υπάρχει ο κίνδυνος που αναφέραμε παραπάνω, να εμβολιασθεί ο ιός μέσα στο μυοκάρδιο και να προκληθεί μυοκαρδίτιδα. Συστήνεται λοιπόν σε όλους, αλλά ιδιαίτερα στους νέους, να αποφεύγουν, ιδία κατά την διάρκεια του χειμώνα όπου η συχνότητα των ιογενών λοιμώξεων είναι αυξημένη, τους κλειστούς χώρους όπου υπάρχει έντονος συνωστισμός και ατελής εξαερισμός, για να μειωθεί η πιθανότητα μόλυνσης τους από τον ιό. Επίσης να αποφεύγουν πάντοτε, αλλά ιδιαίτερα κατά την περίοδο αυξημένων λοιμώξεων, την έντονη σωματική καταπόνηση, και η άσκηση τους εντός ή εκτός γυμναστηρίων να είναι μετρημένη και ποτέ να μην φθάνουν στα όρια τους.. Στα άτομα δε που παρουσίασαν ιογενή μυοκαρδίτιδα απαγορεύεται αυστηρώς οιαδήποτε έντονη δραστηριότητα τουλάχιστον επί 6μηνον.